Κατάργηση των εξετάσεων στο γυμνάσιο



Το κείμεονο δημοσιεύθηκε στο διαδικτυακό περιοδικό Χρόνος στο πλαίσιο του διαλόγου για την Παιδεία καθώς και στη σχετική πλατφόρμα του υπουργείου που φιλοξένησε ανάλογες προτάσεις.
http://www.chronosmag.eu/index.php/s-gps-gs-xs-s-gs.html

Θα μπορούσε να επιχειρηματολογήσει κανείς πολλαπλά γύρω από την αναγκαιότητα ή μη των εξετάσεων στο Γυμνάσιο. Ωστόσο το κείμενο επιλέγει να εστιάσει σε μια μάλλον παράδοξη λήθη που αφορά το συγκεκριμένο θεσμό και αξιοποιεί εμπειρικές αφετηρίες.

Τα περιστατικά

«Εσείς κύριε πώς αισθανόσασταν όταν στο γυμνάσιο δώσατε για πρώτη φορά εξετάσεις;» Η ερώτηση ήρθε από παιδί της Α΄ γυμνασίου τις πρώτες κιόλας μέρες της σχολικής χρονιάς. Η αμηχανία ήταν έκδηλη μια που έπρεπε να δοθεί ξεκάθαρη απάντηση: «δεν έδωσα ποτέ εξετάσεις όσο φοιτούσα στο γυμνάσιο. Φαντάζομαι ούτε οι γονείς σας που πάνω κάτω είναι στην ίδια ηλικία με μένα». Η απάντηση προξένησε μεγάλη έκπληξη στους μαθητές αλλά και μια καχυποψία. Πώς είναι δυνατόν να συνέβαινε κάτι τέτοιο; Πώς προχώρησε ο δάσκαλος στην υπόλοιπη σχολική του ζωή; Και πώς κατάφερε να σπουδάσει; Πώς έμαθε; Αλλά από την άλλη αφού γίνεται κι αλλιώς γιατί σήμερα δίνουμε εμείς εξετάσεις; Σε τι μας χρειάζονται; Πολλά τα ερωτήματα και σύνθετες οι απαντήσεις για να δοθούν σε παιδιά 12 ετών.
Ίσως  μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ένα άλλο, επαναλαμβανόμενο κι αυτό, περιστατικό. Συζητήσεις με συναδέρφους τριγυρίζουν συχνά γύρω από το θέμα των εξετάσεων, συνοδευόμενες συνήθως από την αγωνία «τι θα κάνουμε με τους αδύναμους μαθητές». Η πρόταση για κατάργηση των εξετάσεων ακούγεται στην αρχή σαν μια ουτοπική –ίσως και γραφική- αλλαγή που μόνο διάλυση θα επιφέρει. «Δεν γίνεται χωρίς εξετάσεις. Τουλάχιστον τώρα υπάρχει μια απειλή. Αν καταργηθούν θα χάσουμε τελείως το παιχνίδι». Αλλά και «Πώς θα μαθαίνουν τα παιδιά; Πώς θα ξεχωρίζουν όσοι δεν μπορούν; Και πώς θα επιβραβεύονται οι καλοί;» Αυτό που αξίζει διερεύνηση είναι πως αρκετοί από μας τους εκπαιδευτικούς έχουμε ξεχάσει ότι οι ίδιοι ανήκουμε στις γενιές που δεν έδωσαν εξετάσεις στο γυμνάσιο. Όταν το υπενθυμίζεις κάποιοι χαμογελούν αμήχανα ενώ στην πιο ακραία εκδοχή απαντούν μ’ εκείνο το αόριστο: «άλλο εμείς τότε».
Έτσι λοιπόν μπαίνει το ερώτημα: οι γενιές από το 1976 ως το 1992 που φοιτήσαμε σε γυμνάσιο χωρίς εξετάσεις ήμασταν χαμένες γενιές;  Ή αδικημένες γιατί, τάχα τελικά, δεν μάθαμε; Και τότε πώς προκύψαμε δικηγόροι, γιατροί, μηχανικοί, εκπαιδευτικοί, πανεπιστημιακοί δάσκαλοι ή ό,τι άλλο – για να πιαστώ κι εγώ από τα «σιροπιασμένα» επαγγέλματα των κοινωνικών μου αντανακλαστικών. Τι είναι αυτό που ορίζουν σήμερα οι εξετάσεις στο γυμνάσιο; Τι ακριβώς ελέγχουν που δεν έλεγχαν οι δικοί μας δάσκαλοι εκείνα τα χρόνια;

Εξετάσεις χωρίς αντίκρισμα

Νομίζω εδώ βρίσκεται ένα μέρος της απάντησης. Είναι ο έλεγχος, που στην πραγματικότητα δεν αφορά τα παιδιά αλλά τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς. Όσοι ζούμε από μέσα τη σχολική πραγματικότητα γνωρίζουμε καλά ότι κάθε εξεταστική διαδικασία με επίσημο και πανελλήνιο πρόσημο περιορίζει συχνά την ελεύθερη πρωτοβουλία και τις εναλλακτικές διδακτικές πρακτικές. Επικαθορίζει τη διδασκαλία με τρόπο που μετατρέπει ακόμη πιο έντονα τον εκπαιδευτικό σε διεκπεραιωτή εντολών και ύλης ισοπεδωτικά ομοιόμορφης.
Οι εισηγητές της επαναφοράς τότε είχαν ως βασικό επιχείρημα ότι το σχολείο εκείνα τα χρόνια είχε «ξεχαρβαλώσει» κι έπρεπε να μπει μια «τάξη», να ελέγχεται δηλαδή ο δάσκαλος σ’ αυτό που κάνει, μια που η αντίληψη για τον οκνηρό και ανεύθυνο εκπαιδευτικό είναι μια παλιά ιστορία. Και μάλιστα να ελέγχεται σε λεπτομέρειες που μπορούν να ροκανίσουν τη διδακτική πρακτική όλη τη χρονιά στο όνομα των εξετάσεων. Μόνο που είναι οι ίδιοι πάλι που παραπονιούνται  και επιμένουν να μιλούν για  «ανεπάρκεια» του Γυμνασίου ή ακόμη και για «διάλυση» χωρίς ωστόσο να μπαίνουν στον κόπο να αξιολογήσουν το ρόλο των εξεταστικών φίλτρων.
Και είναι πράγματι μια μορφή διάλυσης όταν ένα σχολείο σταματά πρακτικά λίγο πριν ή αμέσως μετά το Πάσχα (φέτος σταματά στις 22 Απριλίου!), και για πάνω από ένα μήνα τα μαθήματα, δηλαδή την ουσία της υπόστασής του, για να μετατραπεί σ’ έναν αδιέξοδο ελεγκτικό(;) μηχανισμό που κινείται αρκετά μακριά από κάθε παιδαγωγική και μαθησιακή λογική. Πάμε κι ερχόμαστε στα σχολεία για ενάμιση μήνα παριστάνοντας τους επιτηρητές-αστυνομικούς, αδύναμοι να παρέμβουμε, να βοηθήσουμε τα παιδιά να μάθουν, διορθώνουμε γραπτά που αντιγράφουν από μνήμης μαύρα στίγματα σε άσπρο χαρτί και μετράμε με τη μεζούρα την αριθμητική διαφορά με το «τέλειο» γραπτό.

Εναλλακτικά

Θα έμοιαζε ίσως με άλμα στο κενό η κατάργηση των εξετάσεων στο γυμνάσιο αν δεν υπήρχε η προηγούμενη (περιέργως ξεχασμένη) εμπειρία αλλά και η σύγχρονη πρακτική σε εκπαιδευτικά συστήματα άλλων χωρών (π.χ στη Φιλανδία δεν δίνουν εξετάσεις οι μαθητές μέχρι τα 16 τους χρόνια). Και προς αποφυγή παρεξηγήσεων να επισημάνουμε το αυτονόητο, ότι δηλαδή κάτι τέτοιο δεν σημαίνει και κατάργηση της αξιολόγησης των μαθητών. Τεστ και διαγωνίσματα χωρίς να έχουν τον πρώτο λόγο όπως σήμερα θα μπορούσαν σε περιπτώσεις που κρίνει ο εκπαιδευτικός να αποτελούν συμπληρωματικά εργαλεία τόσο για το δάσκαλο όσο και για τον μαθητή. Ωστόσο σήμερα οι παιδαγωγικές και διδακτικές πρακτικές που προτείνονται δίνουν τη δυνατότητα ακριβέστερης και πολυπρισματικής διερεύνησης όσον αφορά την επίδοση των μαθητών. Ενσωματώνουν την αξιολόγηση στη διδασκαλία με σαφή κριτήρια που υπερβαίνουν την αναπαραγωγή των σχολικών βιβλίων και της ασκησιολατρείας. Για κάθε μάθημα και κάθε ενότητα υπάρχουν συγκεκριμένοι στόχοι που οι μαθητές συχνά μπορούν να πετύχουν από διαφορετικούς δρόμους. Η κατάργηση των εξετάσεων τουλάχιστον θα δώσει την προοπτική να τους ξεκλειδώσουμε ώστε να συνδιαμορφώνει και ο εκπαιδευτικός κριτήρια και στόχους της διδασκαλίας χωρίς να εγκλωβίζεται σε ισοπεδωτικά αναλυτικά προγράμματα. Μ’ άλλα λόγια θα δώσει τη δυνατότητα να ξεδιπλώσουν εκπαιδευτικοί και μαθητές τη συνεργατική διάσταση της σχέσης τους.
Διαφορετικά η δαμόκλειος σπάθη της εξεταστικής διαδικασίας θα εξακολουθεί να επικαθορίζει φορμαλιστικά τη διδασκαλία με τρόπο τυραννικό για όλη την εκπαιδευτική κοινότητα: δασκάλους, μαθητές και γονείς. Στην πραγματικότητα το ουσιαστικό ζητούμενο είναι όχι η (αναγκαία) κατάργηση των εξετάσεων από μόνη της αλλά η προσαρμογή της αξιολόγησης στις νέες εκπαιδευτικές ανάγκες και στις νέες διδακτικές πρακτικές που στρέφουν τη διδασκαλία στην ομαδοσυνεργατική και διερευνητική μάθηση. Και ας μην ξεχνάμε ότι στο γυμνάσιο εξακολουθούμε να μιλάμε για τη βασική-υποχρεωτική εκπαίδευση που συνδέεται με το σύνολο του μαθητικού πληθυσμού και διαμορφώνει συγκεκριμένη ταυτότητα και σχέση με τη γνώση πριν μπουν τα μεταγυμνασιακά φίλτρα. Επομένως η κατάργηση των εξετάσεων στο γυμνάσιο μπορεί να είναι ένα βήμα για ένα πιο δημοκρατικό σχολείο με ό,τι συνεπάγεται κάτι τέτοιο για τους μελλοντικούς πολίτες και εργαζόμενους.