Ο ΤΕΤΑΡΤΟΣ ΑΝΤΡΑΣ Γιώργος Αθάνας



Η αδελφή των Κοντραίων έπεσε σε βαρύ σφάλμα. Αγάπησε με όλη την τρέλα των εικοσιδυό της χρόνων τον Κωστάκη Ντούφη και του παραδόθηκε μια χειμωνιάτικη βραδιά κάτω εκεί σε κάποιαν απόμερη γωνιά του Κάστρου. Όταν αισθάνθηκε το σφάλμα της αξίωσε απ’ τον Κωστάκη μέσα σε οχτώ μέρες να την ζητήσει απ’ τ’ αδέλφια της. Κι όταν είδε πως οι οχτώ μέρες πέρασαν χωρίς να κάμει έτσι, μα και πως την απόφευγε συστηματικά, τότε δε δίστασε καθόλου να τα μαρτυρήσει όλα στη μάνα της για να πάρει το ζήτημα μια λύση. Τ’ αδέρφια της έγιναν έξω φρενών. Ζήτησαν να τη σκοτώσουν αμέσως. Και θα τη σκότωναν. Μα η μάνα πρόβλεψε και την έδιωξε στην αδερφή της. «Να μην ξαναπατήσει στο σπίτι η άτιμη θα τη σφάξω ανάποδα!»
«Στο σουβλί θα την περάσω!»
«Θα την μαδήσω ζωντανή!» κάθε αδερφός κι απόναν σκληρό θάνατο της απειλούσε. Μόνον ο πιο μικρός, ο τέταρτος, δε μιλούσε, παρά, καθώς αντίκριζε την πρωτόφανη άγρια τρικυμία του σπιτιού του, έτρεμε σύγκορμος κι έκλαιγε μαζεμένος σε μια άκρη. Ήταν παιδί δεκάξι χρονών και κανείς δεν πρόσεχε σε δαύτο, ούτε περίμενε απ’ αυτό άλλη βοήθεια περισσότερη απ’ τα φοβητσιάρικα δάκρυά του.
Αποφασίστηκε, ο Σωτήρης, ο μεγαλύτερος, να πιάσει τον Κωστάκη και να του απαιτήσει ορθά κοφτά σε τρεις μέρες μέσα ν’ αρραβωνιάσει την προσβλημένη αδελφή τους.
Αν αρνιόταν, τότε θα λάβαιναν άλλην απόφαση. Ο Κωστάκης ορφανό πλουσιόπαιδο, μονάκριβος γιος μιας διαβολεμένης χήρας, που κρατούσε την περιουσία του άντρα της καλύτερα κι απ’ όταν ζούσε ο ίδιος, δεν είχε δική του γνώμη και θέληση. Αν και πάτησε τώρα πια τα είκοσι πέντε, δεν έλεγε και δεν έκανε παρά ό,τι  κανοναρχούσε η μητέρα του. Γλεντούσε όταν, όπου κι όπως ήθελε εκείνη. Πήγαινε με τους φίλους που του διάλεγε. Ζούσε τη ζωή που του είχε κανονίσει. Τα είχε όλα στο χέρι, για τίποτα δε φρόντιζε, κι όσο για την περιουσία του, ήταν ένας απλός υπάλληλος της μητέρας του. Η πρώτη λεύτερη, αυτόβουλη και μυστική απ’ τη μητέρα του πράξη, ήταν ο έρωτάς του με τη Φωτεινή. Αυτός σπάζει πάντα τις αλυσίδες και των σκλαβωμένων κοριτσιών και των υποταγμένων αγοριών. Ήταν φυσικό κι επόμενο στο πρώτο απόχτημα της λευτεριάς του να μη λογαριάσει τίποτα, να μην κρατηθεί πουθενά. Όταν έγινε το κακό, καλύτερα όταν μπόρεσε να σκεφθεί ότι το κακό είχε γίνει, το είδε τόσο μεγάλο κι ένα τόσο βαρύ προαίσθημα του πλάκωσε την καρδιά που δε θέλησε καθόλου να βασανίσει το μυαλό του μ’ αυτό. Το κακό έπαιρνε την πελώρια διάσταση του μοιραίου και στο μοιραίο πρέπει να παραδίνεται κανείς χωρίς σχέδια και λογαριασμούς και τεχνάσματα! Όταν του έβαλε η Φωτεινή την προθεσμία δεν έβλεπε την ώρα πότε να περάσουν οι οχτώ μέρες, γιατί, όσο διαρκούσαν έπρεπε να συλλογίζεται ολοένα το ζήτημα αυτό, ενώ αυτός δεν ήθελε να συλλογίζεται καθόλου! Όταν θα περνούσαν οι οχτώ μέρες δε θα ’φερναν κάποια μοιραία λύση. Έπαιρνε το άλογο του και πήγαινε έξω στα χτήματά τους. Οι εργάτες κλάδευαν τα κλήματα κ’ έσκαβαν λάκκους γύρα στα κούρβουλα ή όργωναν τα χωράφια για να σπείρουν καλαμπόκι. Έβρισκε μια παρηγοριά στον ανοιχτό κάμπο. Ξεχνούσε το άτομό του και ζούσε με τον απλό παλμό ενός ελάχιστου ζούδιου, ενός μυρμηγκιού απ’ αυτά που πατούσε το άλογό του ή ενός εντόμου από εκείνα που βιβίνιζαν γύρω στ’ αυτιά του.
Τη μέρα που τον φώναξε ιδιαίτερα ο Σωτήρης το προαίσθημά του έγινε βαρύτερο. Κάτι του απάντησε, ούτε ναι ούτε όχι, δεν ξέρει τίποτα, όμως τη θέλει την αδερφή του μα πρέπει να θελήσει κι η μητέρα του, αλλιώς πώς να το κάνει.
[…]
Ήταν νύχτα. Η φωτιά έτριζε στο παραγώνι. Κάθε τόσο ξεπετούσε άγριες φλόγες. Έξω φυσούσε λυσσασμένος βοριάς. Οι μακρινοί αντίλαλοι της θάλασσας έφταναν φριχτοί μεσ’ στη νύχτα. Η μάνα καθόταν κουλουριασμένη σε μια κασέλα. Οι τρεις αδερφοί, ορθοί, πηγαινορχόντουσαν πέρα δώθε στην κάμαρα με τα χέρια στις τσέπες του παντελονιού. Οι ίσκιοι τους έπεφταν άταχτα στο κιλίμι, στους τοίχους, στα έπιπλα. Το γέρικο σκεβρωμένο πάτωμα έτριζε στα βήματά τους.
― Θα βάλουμε κλήρο! Είπε ο μεγαλύτερος.
― Θα πάμε και οι τρεις!, είπε ο δεύτερος.
― Να περιμένουμε κι ως αύριο… είπε ο τρίτος.
― Δεν ξέρω!... Είστε τρεις άντρες!, είπε η μάνα. Εγώ δεν μπορώ να με δέρνουν στη βρύση ως κι οι κουμπάρες τους!... Είστε τρεις άντρες!...
«… Δεν είμαστε τρεις… είμαστε τέσσεροι!...».
Θέλησε να φωνάξει ο Λευτέρης, ο μικρότερος, δεκάξι χρονών παιδί, που καθόταν καταγής σε μια γωνιά κι έτρεμε σύγκορμος κ’ έκλαιγε απ’ το κακό του. Λίγο έλειψε να το φωνάξει. Μα είδε τ’ αδέρφια του πώτριζαν τα δόντια τους και συγκρατήθηκε… Αυτόν δεν το λογαριάζουν καθόλου. Ό,τι και να πει δεν θα τον ακούσει κανείς. Θα τον μαλώσουν κιόλας. Κοίταξε τ’ αδέρφια του που βημάτιζαν πάντα νευρικά κι έτριζαν τα δόντια κι έσφιγγαν της γροθιές. Κοίταξε τη μάνα που κοιτούσε τα παιδιά της κάπως παράξενα, μ’ επιβολή και μ’ ανησυχία.
Ο Λευτέρης από μικρός είχε μανία με το κυνήγι. Δεν άφηνε πουλάκι στο λιοστάσι με τη σφεντόνα. Στον κήπο τους ήταν πάντα στημένες ξόβεργες και πλακοπαγίδες. Τώρα που μεγάλωσε πιο πολύ είχε πάρει και το δίκαννο των αδερφιών του. Πρώτα-πρώτα όλως διόλου κρυφά. Έπειτα με της μάνας μονάχα την εκβιασμένη συγκατάβαση. Κάποτε που σκότωσε δύο πέρδικες τώμαθαν και τ’ αδέρφια του.
― Πρόσεξε να μη στραβωθείς καμιά ώρα!, του είχαν κοροϊδευτικά πει.
Έβγαινε τώρα, τέτοιαν εποχή, για μπεκάτσες εκεί γύρω στην ακροποταμιά, ανάμεσα στις ιτιές που σκέπαζαν τα παγερά βαλτόνερα. Το άλλο πρωί είδε τον Κωστάκη Ντούφη που πήγαινε καβάλα στα χτήματά του. Στάθηκε και τον κοίταξε καθώς προσπερνούσε ξέγνοιαστος. Ώρες πολλές τριγύρισε μέσα στους βάλτους. Απάνω στον κρουσταλλιασμένο ψιλόν άμμο ήταν χιλιάδες τρυπίτσες που της είχαν ανοίξει με της μύτες τους οι μπεκάτσες. Πόσες δεν πέρασαν μπροστά του! Καμιά δε μπόρεσε να χτυπήσει. Ένας καβαλάρης έμπαινε αναμεταξύ και του στράβωνε τα σκάγια. Να τον έβρισκαν αυτόν!
Το βράδυ στο σπίτι ξανάγινε η ίδια σκηνή.
― Φκιάστε τρεις κλήρους! είπε ο μεγαλύτερος!
Μπήκε ο Λευτέρης με το δίκαννο. Τους κοίταξε περιφρονητικά, ακούγοντας το στερνό λόγο.
― Οι κλήροι ήταν τέσσεροι!..., τους είπε. Και βγήκε ο δικός μου.
Η μάνα τινάχτηκε απ’ το παραγώνι μ’ ένα δαυλί στο χέρι. Οι τρεις αδερφοί πισωπάτησαν αποσβολωμένοι.
― Πώς είπες;
― Τον σκότωσα με το δίκαννο την ώρα που γύριζε απ’ το κτήμα… «Μάνα μου…Φωτεινή μου!», φώναξε καθώς έπεφτε απ’ τ’ άλογο…
― Εσύ!
Η μάνα πέταξε το δαυλί στο τζάκι, χύμηξε, αγκάλιασε το Λευτέρη και τον φίλησε σφιχτά.

Παρατηρήσεις:

Με βάση τα στερεότυπα της εποχής στην οποία αναφέρεται το κείμενο να περιγράψετε με παραπομπές στο απόσπασμα τα συναισθήματα του Λευτέρη, του τέταρτου αδερφού, και να εξηγήσετε γιατί κατά τη γνώμη σας φτάνει τελικά στο φόνο.
25 μονάδες
Η προγαμιαία σχέση της Φωτεινής και του Κωστάκη Ντούφα πυροδοτεί την τραγική κατάληξη της ιστορίας. Θα ίσχυε κάτι παρόμοιο σήμερα και γιατί;
25 μονάδες
Με βάση όσα περιγράφονται στο κείμενο για τη σχέση του Κωστάκη Ντούφα με τη μητέρα του να γράψετε τον μεταξύ τους διάλογο όταν ο Κωστάκης προσπαθεί να θέσει το ζήτημα του γάμου. Υποθέστε ότι ανοίγει την κουβέντα λέγοντας:
― Ξέρεις μητέρα θέλω να παντρευτώ! (Συνεχίστε)
25 μονάδες
Υποθέστε ότι στην εφημερίδα του σχολείου σας είστε υπεύθυνος της στήλης «βιβλιοκριτική». Να γράψετε λοιπόν ένα κείμενο θετικής ή αρνητικής κριτικής στο οποίο α. θα παρουσιάσετε περιληπτικά την ιστορία και β. θα εξηγήσετε με ποιους τρόπους (γλώσσα, εκφραστικά μέσα, περιγραφή, αφήγηση κλπ) ο συγγραφέας πετυχαίνει ή δεν πετυχαίνει να αποδώσει την εποχή και τα ήθη της καθώς και γιατί θα το προτείνατε ή δεν θα το προτείνατε να το διαβάσουν οι συμμαθητές σας.
25 μονάδες

Θουκυδίδης 3.76-77



1.      Διαβάστε την πρώτη παράγραφο του κειμένου και απαντήστε σύντομα στις παρακάτω ερωτήσεις:

·         Ποιοι καταφθάνουν στην Κέρκυρα;
·         Με πόση δύναμη στρατιωτική;
·         Ποιος ήταν ο ρόλος του Αλκίδα και ποιος ο ρόλος του Βρασίδα σ’ αυτή την αποστολή;
·         Από ποιο σημείο ξεκίνησαν την επίθεσή τους στην Κέρκυρα;

2.      Ακολουθεί η νεοελληνική απόδοση της πρώτης ημιπεριόδου στην ίδια παράγραφο. Ξαναγράψτε το ίδιο απόσπασμα στ’ αρχαία ελληνικά ακολουθώντας όμως τη σειρά των λέξεων της νέας ελληνικής που βλέπετε στη μετάφραση.
Όταν λοιπόν βρισκόταν σ’ αυτό το σημείο η εσωτερική αναταραχή, την τέταρτη ή πέμπτη μέρα μετά τη μεταφορά των ολιγαρχικών στο νησί, φτάνουν 53 καράβια των Πελοποννησίων από την Κυλλήνη, τα οποία ήταν αγκυροβολημένα μετά το ταξίδι τους από την Ιωνία.
_________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

3.      Ξεκινά λοιπόν ο πελοποννησιακός στόλος εναντίον της Κέρκυρας και…
Οι δημοκρατικοί εξαιτίας της μεγάλης αναταραχής και επειδή φοβήθηκαν και με όσα συνέβαιναν στην πόλη και με την άφιξη του εχθρικού στόλου, άρχισαν να ετοιμάζουν βιαστικά εξήντα καράβια και μόλις ήταν έτοιμο με το πλήρωμά του το καθένα το έστελναν εναντίον των εχθρών, παρόλο που οι Αθηναίοι τους συμβούλευαν να τους αφήσουν αυτούς πρώτα να ανοιχτούν στο πέλαγος και μετά εκείνοι να ακολουθήσουν με όλα μαζί τα καράβια.
·         Βρείτε στο αρχαιοελληνικό κείμενο πού αντιστοιχούν οι λέξεις της μετάφρασης με τα μαυρισμένα γράμματα και γράψτε τις πάνω από την νεοελληνική τους απόδοση.
·         Ξαναγράψτε τώρα το αρχαιοελληνικό απόσπασμα με τη σειρά των λέξεων της νεοελληνικής απόδοσης.
·         Ποιο είναι το λάθος που κάνουν οι Κερκυραίοι με βάση το προηγούμενο απόσπασμα;

4.      Διαβάστε τη συνέχεια του κειμένου στ’ αρχαία ελληνικά και απαντήστε στις ερωτήσεις που ακολουθούν. Συμβουλευτείτε και τα σχόλια του βιβλίου.
ὡς δὲ αὐτοῖς πρὸς τοῖς πολεμίοις ἦσαν σποράδες αἱ νῆες, δύο μὲν εὐθὺς ηὐτομόλησαν, ἐν ἑτέραις δὲ ἀλλήλοις οἱ ἐμπλέοντες ἐμάχοντο, ἦν δὲ οὐδεὶς κόσμος τῶν ποιουμένων. ἰδόντες δὲ οἱ Πελοποννήσιοι τὴν ταραχὴν εἴκοσι μὲν ναυσὶ πρὸς τοὺς Κερκυραίους ἐτάξαντο, ταῖς δὲ λοιπαῖς πρὸς τὰς δώδεκα ναῦς τῶν Ἀθηναίων, ὧν ἦσαν αἱ δύο Σαλαμινία καὶ Πάραλος.
·         Ποιες είναι οι δύο βασικές συνέπειες της τακτικής που ακολούθησαν οι Κερκυραίοι στην αποστολή των πλοίων; Απαντήστε με δικά σας λόγια.
·         Πόσα καράβια παρατάσσουν οι πελοποννήσιοι εναντίον των Κερκυραίων και πόσα εναντίον των Αθηναίων; Υπολογίστε με βάση τις πληροφορίες που δίνει νωρίτερα ο Θουκυδίδης.

5.      Γράψτε μια σύντομη περίληψη όσων αφηγείται ο Θουκυδίδης στις παραγράφους 76-77.

Θουκυδίδη Ιστορίες 3.70




Διαβάστε τη μετάφραση του κεφαλαίου και με τη βοήθεια των σχολίων του βιβλίου απαντήστε σύντομα και κατατοπιστικά χωρίς να αντιγράφετε τα σχόλια στις ερωτήσεις κατανόησης που ακολουθούν.
Σε ποια σύγκρουση αναφέρεται ο Θουκυδίδης όταν μιλά για ναυμαχίες γύρω από την Επίδαμνο;
_____________________________________________________________________
Ποιοι ήταν οι αιχμάλωτοι που άφησαν ελεύθερους οι Κορίνθιοι και για ποιο σκοπό τους χρησιμοποίησαν;
_______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________
Ποιας καταγωγής ήταν οι πρόξενοι της Κέρκυρας στην Κόρινθο;
_____________________________________________________________________
Μετά την άφιξη των πρέσβεων από Αθήνα και Κόρινθο ποια στάση αποφασίζει να υιοθετήσει η Κέρκυρα και τι δείχνει αυτό για τη δράση των ολιγαρχικών αιχμαλώτων;
_______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________
Ποιος είναι ο πρόξενος των Αθηναίων στην Κέρκυρα και ποια είναι η κατηγορία για την οποία τον οδηγούν οι αντίπαλοί του στο δικαστήριο;
_______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________
Ποια ήταν η κατάληξη της δίκης;
_______________________________________________________
Με ποια κατηγορία οδήγησε εκείνος τους πολιτικούς του αντιπάλους σε δίκη και γιατί προβαίνει σ’ αυτή την κίνηση;
_______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________
Ποια ήταν η κατάληξη αυτής της δίκης;
__________________________________________________________________________________________________________________________________________
Τι δείχνει αυτή η αντιπαράθεση για την εξέλιξη των πολιτικών πραγμάτων στην Κέρκυρα;
_______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________
Με ποιον τρόπο προσπάθησαν οι καταδικασθέντες να προστατευτούν από τη σκληρότητα της ποινής που τους επιβλήθηκε;
_____________________________________________________________________
Τελικά πώς αντέδρασαν οι αντίπαλοι του Πειθία;
_______________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

Ο Θουκυδίδης επιμένει στην καταγραφή δύο δικών. Τι πετυχαίνει με την εστίαση στις λεπτομέρειες των δικών; Θα μπορούσε κατά τη γνώμη σας να τις προσπεράσει και γιατί;
____________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________________

Θουκυδίδης – Κερκυραϊκά Η αφορμή του πελοποννησιακού πολέμου




Η Επίδαμνος
Η Επίδαμνος (σημερινό Δυρράχιο της Αλβανίας) ήταν αποικία της Κέρκυρας κι αυτή με τη σειρά της αποικία της Κορίνθου.
Κόρινθος>Κέρκυρα>Επίδαμνος

Εσωτερική αναταραχή στην Επίδαμνο
Στην Επίδαμνο ξεσπά εμφύλιος ανάμεσα στους δημοκρατικούς και τους ολιγαρχικούς. Οι δημοκρατικοί νικούν και διώχνουν από την πόλη τους ολιγαρχικούς. Οι τελευταίοι μαζί με ντόπιους πληθυσμούς αρχίζουν επιδρομές εναντίον της πόλης.

Η σύγκρουση Κορίνθου Κέρκυρας (433 π.Χ)
Η Επίδαμνος τότε ζητά τη βοήθεια της μητρόπολης, της Κέρκυρας, όμως εκείνη αρνείται, για λόγους μάλλον αδιευκρίνιστους. Έτσι η Επίδαμνος απευθύνεται στην Κόρινθο (τη μητρόπολη της δικής τους μητρόπολης)  η οποία δέχεται να τη βοηθήσει. Η Κέρκυρα αντιδρά επειδή φοβάται ότι θα χάσει τον έλεγχο της περιοχής του Ιονίου και σε ναυμαχία που γίνεται στα Σύβοτα, με την υποστήριξη και λίγων αθηναϊκών καραβιών, αναγκάζει τους Κορίνθιους να υποχωρήσουν. Οι τελευταίοι ωστόσο κατορθώνουν να συλλάβουν πολλούς αιχμαλώτους και να προκαλέσουν μεγάλες απώλειες στον κερκυραϊκό στόλο.

Η εμπλοκή Αθήνας και Σπάρτης (431 π.Χ αρχή του Πελοποννησιακού)
Οι Κορίνθιοι δύο χρόνια μετά την ήττα τους αποφασίζουν να αντεπιτεθούν. Τότε η Κέρκυρα ζητά τη βοήθεια της Αθήνας και η Κόρινθος με τη σειρά της τη βοήθεια της Σπάρτης. Έτσι οι δύο μεγάλες δυνάμεις της εποχής εμφανίζονται ξεκάθαρα ως αντίπαλοι δύο στρατοπέδων. Η μεταξύ τους σύγκρουση δεν θ’ αργήσει αλλά μέχρι τότε βασικός τους στόχος είναι να ελέγξουν η καθεμιά το πολιτικό καθεστώς της Κέρκυρας με δικούς τους ανθρώπους.

Το θέμα του κειμένου μας (427 π.Χ)
Έτσι ξεσπά εμφύλιος στην πόλη της Κέρκυρας, την εξέλιξη του οποίου, με όλες τις ωμότητες που τον συνοδεύουν, θα παρακολουθήσουμε στο κείμενο του Θουκυδίδη.